Η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) αποτελεί έναν δυναμικά εξελισσόμενο επιστημονικό κλάδο που εστιάζει στην ανάπτυξη συστημάτων ικανών να εκτελούν γνωστικές λειτουργίες, οι οποίες παραδοσιακά απαιτούν ανθρώπινη ευφυΐα, όπως η μάθηση, η επίλυση προβλημάτων και η λήψη αποφάσεων (Baker & Smith, 2019· Wartman & Combs, 2018).
Ο όρος Artificial Intelligence εισήχθη για πρώτη φορά το 1956 από τον John McCarthy, στο συνέδριο του Dartmouth (Jones, 2012), ενώ προγενέστερες απόπειρες εντοπίζονται στις θεωρίες του Alan Turing σχετικά με τις υπολογιστικές μηχανές και τη δοκιμή Turing (Κεραυνού, 2000).
Σύμφωνα με τη Britannica (2020), η ΤΝ μπορεί να οριστεί ως η ικανότητα ενός υπολογιστικού συστήματος να αλληλεπιδρά με το περιβάλλον αξιοποιώντας ανθρώπινες δεξιότητες. Άλλες σύγχρονες ερμηνείες υπογραμμίζουν ότι πρόκειται για έναν “όρο-ομπρέλα”, που περιλαμβάνει τεχνολογίες όπως η μηχανική μάθηση, η εξόρυξη δεδομένων, τα νευρωνικά δίκτυα και η επεξεργασία φυσικής γλώσσας (Holmes et al., 2019· Chassignol et al., 2018).
Ένας σημαντικός προβληματισμός αφορά τη χρήση του όρου «τεχνητή» έναντι του όρου «επαυξημένη». Καθώς οι υπολογιστές λειτουργούν συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά προς τις ανθρώπινες ικανότητες, αρκετοί επιστήμονες προτιμούν τον δεύτερο όρο για να τονίσουν τον υποστηρικτικό χαρακτήρα της τεχνολογίας προς τον ανθρώπινο νου (Holmes et al., 2019).
Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση διακρίνει δύο κύριους τύπους ΤΝ:
-
λογισμικού τύπου (όπως εικονικοί βοηθοί, συστήματα αναγνώρισης ομιλίας και εικόνας),
-
και ενσωματωμένη ΤΝ (όπως ρομπότ, αυτόνομα οχήματα και drones) (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2020).